
Από τον Θοδωρή Σιάμο, North Greece Sales Manager, Up Hellas.
Συχνά, στις συναντήσεις μου με επιχειρήσεις στη Βόρεια Ελλάδα, ακούω τις ίδιες φράσεις να επαναλαμβάνονται. Είναι πρακτικές που εφαρμόζονται χρόνια, αλλά έχουν αρχίσει να δείχνουν τα όριά τους:
«Έχουμε ένα πρατήριο με το οποίο συνεργαζόμαστε για τα καύσιμα.» «Δίνουμε προκαταβολή στον πωλητή και μετά μας φέρνει αποδείξεις.» «Έχουμε εταιρικές πιστωτικές, αλλά με όριο, τις ελέγχουμε εμείς.»
Και όσο προχωρά η κουβέντα, διαπιστώνουμε μαζί ότι τελικά, όλα αυτά κουβαλούν μικρά (ή και μεγάλα) προβλήματα που κοστίζουν: σε χρόνο, σε χρήμα, σε διαφάνεια.
Το πιο συνηθισμένο μοντέλο που συναντώ είναι η συνεργασία με ένα πρατήριο. Έχει λογική: υπάρχει σχέση εμπιστοσύνης, κάποια ευκολία στη διαχείριση, ακόμη και πίστωση. Όμως, περιορίζει τον εργαζόμενο και άρα και την επιχείρηση, σε έναν και μόνο προμηθευτή. Δεν υπάρχει διαφάνεια στην τιμολόγηση, δεν υπάρχει επιλογή και σίγουρα δεν υπάρχει αξιοποίηση του ανταγωνισμού.
Στην πράξη, ο εργαζόμενος μπορεί να βρίσκεται σε άλλο νομό και να πρέπει να κάνει ολόκληρη παράκαμψη για να γεμίσει στο «σωστό» πρατήριο. Και την ίδια στιγμή, ένα άλλο πρατήριο είναι… ένα τετράγωνο παραδίπλα.
Και το παράδοξο είναι ότι όλο αυτό γίνεται στο όνομα της “ευκολίας” ενώ τελικά δημιουργεί καθυστερήσεις, χάος και έλλειψη διαφάνειας.

Η λέξη "εξοδολόγιο" είναι από τις πιο βαριές που ακούω σε συναντήσεις. Όχι από πλευράς κόστους αλλά από πλευράς ενέργειας. Ποιος έδωσε τι, ποιος έλαβε τι, ποια απόδειξη λείπει, ποιο παραστατικό πέταξε το delivery με την πίτσα που φάγανε μετά το συνέδριο.
Και τελικά; Το λογιστήριο καλείται να συμμαζέψει ένα puzzle. Πολλές φορές χωρίς όλα τα κομμάτια.
Και το χειρότερο; Δεν υπάρχει καμία άμεση εικόνα για το πόσο τελικά στοίχισε μια ενέργεια πωλήσεων. Ούτε κατά προσέγγιση.
Το πιο "σύγχρονο" μοντέλο που μου αναφέρουν είναι η χρήση εταιρικών πιστωτικών καρτών με προκαθορισμένο όριο. Όμως εδώ μπαίνει το ερώτημα: Μπορείς να ορίσεις πού θα πάει το ποσό ή απλώς πόσο θα πάει;
Γιατί η πιστωτική – όσο και αν υπάρχει καλή πρόθεση – είναι ένα εργαλείο χωρίς περιορισμούς: μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ταξί, για φαγητό, για ψώνια, για οτιδήποτε. Αν δεν είσαι από πάνω, δεν έχεις πραγματικό έλεγχο.
Με τις λύσεις που προσφέρουμε στην Up Hellas, και ειδικά με την business prepaid κάρτα Up Expense, βλέπω το ίδιο μοτίβο ξανά και ξανά: εταιρείες να αλλάζουν όχι απλώς εργαλείο, αλλά οπτική.
Γιατί εδώ δεν μιλάμε για μια απλή κάρτα. Μιλάμε για μια ολοκληρωμένη λύση διαχείρισης εταιρικών εξόδων.
Αν κάτι πάει στραβά, αν ένας εργαζόμενος χρειαστεί να απουσιάσει για δύο μήνες, δεν πληρώνεις τίποτα γι’ αυτή την κάρτα. Αν πρέπει να φύγει κάποιος άμεσα στο εξωτερικό; Τον αναβαθμίζεις με ένα κλικ.

Το σημαντικότερο; Δεν περιμένεις τις αποδείξεις για να κλείσεις μήνα. Ο εργαζόμενος σκανάρει την απόδειξη από το κινητό του, και αυτή αποθηκεύεται αυτόματα. Ούτε φακελάκια, ούτε εγκρίσεις, ούτε μεταγενέστερος έλεγχος. Ένα scan και το παραστατικό καταχωρείται, για πάντα. Έτσι γλιτώνεις εργατοώρες, πίεση, καθυστερήσεις, και κυρίως αβεβαιότητα.
Και όλα αυτά με μία και μόνο μηνιαία συνδρομή. Χωρίς κρυφές προμήθειες φόρτισης. Χωρίς εκπλήξεις.
Δεν λέω ότι οι πρακτικές που ακολουθούν σήμερα οι περισσότερες επιχειρήσεις στη Βόρεια Ελλάδα είναι λάθος. Είναι λογικές με βάση τα δεδομένα που είχαν μέχρι τώρα.
Απλώς πιστεύω ότι σήμερα υπάρχουν λύσεις πιο ευέλικτες, πιο απλές και πιο έξυπνες. Που δεν απαιτούν δραματικές αλλαγές, αλλά προσφέρουν άμεσα αποτελέσματα.
Και αυτή είναι η κουβέντα που χαίρομαι περισσότερο να κάνω στις συναντήσεις μου.
Γιατί στην Up Hellas δεν πουλάμε ‘’απλά κάρτες’’. Προτείνουμε έναν γρήγορο, απλό και ξεκάθαρο τρόπο να διαχειρίζεται κάθε ελληνική επιχείρηση, μικρή ή μεγάλη, τα εταιρικά της έξοδα αποτελεσματικά.